Χωρίς μείωση του χρέους ούτε καλή χρονιά να ευχόμαστε

Χωρίς μείωση του χρέους ούτε καλή χρονιά να ευχόμαστε

20131812-vimatizontas

Οι αναφορές σε βελτιώσεις προέρχονται από διάφορες πλευρές οι οποίες συμμετέχουν στην οικονομική δραστηριότητα. Η ίδια η κυβέρνηση δεν χάνει ευκαιρία να μιλήσει για τη σταδιακή βελτίωση του κλίματος στην οικονομία αλλά και στους καρπούς που έχει αποφέρει η δημοσιονομική προσαρμογή, επικαλούμενη το πρωτογενές πλεόνασμα που αναφέρεται ότι επιτυγχάνεται στην εκτέλεση του προϋπολογισμού.

Πράγματι, μπορούμε να δεχθούμε πως υπάρχουν όλα αυτά, ωστόσο δεν μπορούμε να κλείσουμε τα μάτια σε όσα βλέπουμε να συμβαίνουν γύρω μας, φτώχια, ανεργία και ανέχεια. Ακόμη και να κλείναμε τα μάτια, θα μυρίζαμε την καταστροφή που έχει επέλθει στην χώρα. Θα μυρίζαμε τα κάθε είδους καμένα αντικείμενα σε τζάκια και σόμπες, θα μυρίζαμε την ιδιότυπη αιθαλομίχλη που αντιμετώπιζαν οι πολίτες άλλων κρατών στην Ευρώπη, πριν από 50, 100, 150 χρόνια.

Οπότε τι, υπάρχει περιθώριο να πιστέψουμε σε πιθανή ανάκαμψη χωρίς να δούμε και να ζήσουμε τα χειρότερα; Ναι, να έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, θα απαντούσαν οι …αριστεροί. Να έρθει και να επαναπροσλάβει όσους ακόμη δεν απολύθηκαν, να προσλάβει και άλλους αφού ο ιδιωτικό τομέας αδυνατεί. Και πώς θα τους πληρώσει όλους αυτούς, σε ευρώ ή σε δραχμή;

Γιατί έτσι και μονομερώς αποφασίσει να μη αποπληρώνει το χρέος της χώρας, οι δανειστές και οι λοιποί εταίροι μας θα μας δείξουν την πόρτα της εξόδου. Τέσσερα χρόνια μετά έχουν αρκούντως προετοιμαστεί για να αντέξουν οι οικονομίες τους και το ευρώ, σε μια πιθανή αποχώρηση της Ελλάδας.

Ας επιστρέψουμε όμως στο σήμερα. Γράφει ο Νίκος Φραντζής στη Ναυτεμπορική:

Ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών παρουσίασε τα συμπεράσματα έρευνας που πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 2.000 επιχειρήσεων, σύμφωνα με τα οποία, υπάρχουν ενδείξεις σταθεροποίησης και ίσως μικρής ενίσχυσης της επενδυτικής δραστηριότητας», ενώ και η Εθνική Τράπεζα παρουσίασε τη δική της έρευνα συγκυρίας σε δείγμα 1.000 μικρομεσαίων επιχειρήσεων, αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι «η σταδιακή βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος που παρατηρείται τους τελευταίους 12 μήνες αρχίζει να λειτουργεί ενισχυτικά στη χρηματοοικονομική υγεία των ΜΜΕκαι δείχνει να λαμβάνει γενικευμένες διαστάσεις».

Όπως όμως συνεχίζει, απέναντι σε αυτές τις βελτιώσεις, η πραγματική οικονομία καταγράφει, «ανεργία που ανέβηκε σε νέο ρεκόρ, στο 27,4%, και το 17% των νέων έως 24 ετών χωρίς μόρφωση, δουλειά ή εκπαίδευση. Χιλιάδες μικρές επιχειρήσεις που έχουν βάλει λουκέτο και ακόμη την πλειονότητα των πολιτών να αντιμετωπίζει ένα νέο επερχόμενο κύμα υπερφορολόγησης, χάνοντας ένα επιπλέον μέρος του διαθέσιμου εισοδήματός του, το οποίο έχει ήδη περικοπεί δραματικά».

Και καταλήγει συμπεραίνοντας, ότι το μόνο που θα μπορούσε να κάνει κανείς, «είναι να προτρέψει την κυβέρνηση που λαμβάνει τις πολιτικές αποφάσεις, τις μεγάλες επιχειρήσεις, δηλαδή τους δυνητικούς επενδυτές και δημιουργούς θέσεων εργασίας, τις τράπεζες, δηλαδή τους δυνητικούς χρηματοδότες της παγωμένης οικονομικής δραστηριότητας, να προχωρήσουν άμεσα στις επιλογές εκείνες που θα συνδέσουν την ευημερία των αριθμών και των ερευνών με την πραγματική οικονομία και τους πολίτες. Να τους καλέσει, δηλαδή, να βελτιώσουν και την πραγματικότητα».

Πολύ σωστά. Ωστόσο, γιατί να το κάνουν, όταν δεν έχουμε ακόμη ως χώρα λύσει, το κύριο ζήτημα, αν είμαστε ευρωπαίοι ή βαλκάνιοι με ολίγο από ανατολή. Αν θα μείνουμε πάση θυσία στο ευρώ και θα μας ανταμείψουν για αυτό, ή αν θα επιστρέψουμε στην δραχμή, έχοντας τις τσέπες γεμάτες λεφτά και άδεια τα ράφια των σουπερμάρκετ.

Μια και μοναδική είναι η λύση του ελληνικού προβλήματος. Η μείωση του χρέους κατά τουλάχιστον 40%. Μόνο τότε θα έρθουν επενδύσεις από το εξωτερικό, πραγματικές όχι αυτές για την αγορά των «ασημικών» που πουλάμε, μόνο τότε μπορεί να βελτιωθεί η πραγματικότητα. Το ερώτημα βέβαια είναι ποιο κόστος θα πληρώσουμε για να …κερδίσουμε την μείωση του χρέους. Ας σκεφτούμε απλά, το ερώτημα που θέτουμε τελευταία, πως γίνεται ο μισθός στον ιδιωτικό τομέα να είναι στα 470 ευρώ και να υπάρχουν μισθοί στο δημόσιο και συντάξεις, 1000 ή και περισσότερα ευρώ. Την υπόθεση να γυρίσουμε στην δραχμή δεν την εξετάζουμε, καθώς ήδη χάσαμε πολλά και θα χάσουμε άλλα τόσα. Πάντως το πρόβλημα δεν είναι δραχμή ή ευρώ, αλλά πότε θα μειωθεί το χρέος και με ποια ανταλλάγματα.